Τα παιδικά παραμύθια μερικές φορές είναι σκοτεινά. Οι ματζόρε κλίμακες μπορεί να κρύβουν δυστυχία και κάποια μινόρε να σου χαρίζουν χαμόγελα. Υπάρχουν υπόγεια που βρίσκουμε περισσότερο φως απ’ότι σε ξέφωτα. Αντικείμενα με περισσότερη ανθρωπιά από τις μηχανές που μιλάνε για αγάπη. Είναι και αυτές οι μουσικές που όσο σε σπρώχνουν μακριά τους, τόσο πολύ θες να επιστρέψεις και να τις μελετήσεις ξανά και ξανά. Η Νεφέλη Λιούτα όμως ίσως ξέρει κάτι παραπάνω.
Νεφέλη σε γνωρίσαμε μέσα από τους Leon και τώρα σε συναντάμε στην πρώτη σου δουλειά με τίτλο «τα μολύβια κομάντος». Τα μολύβια κομάντος λοιπόν σε ποιον κάνουν επίθεση και γιατί μολύβια κι όχι στυλό;
Τα μολύβια – κομάντος επιτίθενται στα μικρά και τα μεγάλα που μας καταρρακώνουν αφήνοντάς μας να περιφερόμαστε στην πόλη σαν σκιές. Σκιές γινόμαστε μπροστά στους υπολογιστές μας, στους πηγμένους δρόμους, στην αδράνειά μας στα συναισθήματα, στις φορές που επιτρέπουμε στον εγκέφαλό μας να ναρκωθεί και να βουλιάξει άπραγος μέσα στους καναπέδες. Είναι μολύβια και όχι στυλό γιατί έτσι ζωγραφίζαμε μικροί τα σπίτια και τα δέντρα. Τα στυλό ήρθαν όταν μεγαλώσαμε, μαζί με το άγχος, τις εξετάσεις, τις πανελλήνιες και τις φορολογικές δηλώσεις.
Που μπορεί κάποιος να βρει το υλικό σου και σε ποια τιμή;
Αυτό τον καιρό μπορεί να βρει κάποιος τα μολύβια – κομάντος στο http://nefeliwalkingundercover.bandcamp.com, μπορεί να ακούσει το άλμπουμ ολόκληρο ή να το αγοράσει σε ψηφιακή μορφή ξεκινώντας από 3 ευρώ έως όσο θέλει. Σε απτή μορφή φτιάχνω από καιρό σε καιρό αντίτυπα και τα δίνω χέρι με χέρι.
Που βρίσκεται το τετράγωνο σπίτι, ποια είναι η τρύπα και ποιο το χαμένο παιδί, που αναφέρεις στο τραγούδι σου «το ρε και το μι από την ηρεμία»;
Το τετράγωνο σπίτι είναι το σπίτι που θα έχει σκοτεινούς τοίχους και κατεβασμένα πατζούρια και πουθενά ουρανός, μέσα σε αυτό κάποιος θα κουλουριάζεται γύρω από τον εαυτό του και θα βυθίζεται σε μια μικρή μικρή τρύπα που άνοιξε για να κρυφτεί εκεί που κανείς δε θα τον βρει βουλιάζοντας μόνος. Το παιδί είναι η αθωότητα, η αφέλεια, η περιεργεία, η φαντασία, η όρεξη, η ενέργεια, είμαστε όλα αυτά κάπου μέσα μας και γι’ αυτό ζούμε ζωές εκρηκτικές, από καιρό σε καιρό τα χάνουμε για να τα ξαναβρούμε, όσο προλαβαίνουμε πριν γίνουμε μηχανές πίσω από τα κατεβασμένα μας πατζούρια.
Το υλικό το αφιερώνεις «Στη μνήμη αυτών που έφυγαν και στο εδώ αυτών που μένουν». Τι σημαίνει για σένα αυτό το «εδώ»?
Το εδώ είναι εμείς μετά από όλα αυτά που ήρθαν κι έφυγαν θα ρχονται και θα φεύγουν.
Πιστεύεις πως η τέχνη με την πολιτική και την κοινωνία είναι αλληλένδετα;
Αυτό είναι λίγο σαν το αν η είναι η τέχνη για την τέχνη. Δεν μπορώ να σου απαντήσω απόλυτα. Αν έχεις διαλέξει την τέχνη ως τρόπο έκφρασής σου, αυτό σημαίνει οτι σου είναι απαραίτητη για να εκφραστείς. Το πρώτο σου μέσο. Άρα ό,τι γίνει και ό,τι σε επηρρεάσει, θα το περάσεις εκεί. Και καλά θα κάνεις αν εκεί είσαι ο εαυτός σου και εκεί μπορέσεις να το περάσεις καλύτερα. Και θα μπορείς και να περιγράψεις κάποια πράγματα και συναισθήματα που με τις λέξεις δεν μπορείς. Από την άλλη όμως αφού η τέχνη είναι το μέσο έκφρασής σου, θα την θες και για τον έρωτα, για την εικόνα που θα δεις και θα κολλήσεις, για την προσωπική απώλεια. Καμιά φορά μπορεί να τη θες μόνο για εκεί. Το οποίο είναι πάλι απαραίτητο. Και μια στάλα μπλε να θες να πετάξεις σε ένα λευκό καμβά, για σένα μπορεί να είναι ουσιαστικό, να είναι το μόνο, για το μοναδικό δικό σου επίπεδο ευτυχίας. Αν δεχτούμε τα λόγια του παλιού φιλόσοφου οτι πιο ευτυχισμένη κοινωνία είναι αυτή που στο σύνολό της είναι πιο ευτυχισμένοι οι πολίτες της, τότε άσε την τέχνη στον καθένα να τη διαχειριστεί όπως θέλει, άλλοι θα την κάνουν πολιτικό λόγο, άλλοι αισθητικοί όαση, άλλοι ανάσα και θα είναι όλα μοιρασμένα με ισορροπία.
Σε μια χώρα που η ύφεση σε όλα τα επίπεδα είναι πλέον υπαρκτή, κάποιος θα περίμενε να βγαίνουν δυνατές κι έντονες μουσικές με προτάσεις. Αντί αυτού όμως βλέπουμε μια υποτονικότητα, στους ρυθμούς, στους στίχους και γενικά στις παραγωγές. Δεν είναι λίγο ηττοπαθές αυτό;
Δεν ξέρω αν μπορώ να το χαρακτηρίσω ηττοπαθές. Το έντονο δε βγαίνει σε όλους με την ίδια μορφή. Έντονη θα είναι μια αντίδραση με φωνές και κραυγές, έντονη θα είναι και μια σιωπηλή διαμαρτυρία. Ο καθενάς έχει έναν τρόπο έκφρασης και ξεσηκωμού των μέσα του που δεν μπορείς να του το επιβάλεις με ενδείξεις ντεσιμπέλ. Βέβαια αυτό σημαίνει οτι θα υπάρχουν οι μουσικές που θα είναι έντονες εσωτερικά και θα υπάρχουν δίπλα και αυτές που θα νιώθεις τον ήχο σαν έκρηξη στα σωθικά σου. Αυτές λες οτι απουσιάζουν; Ίσως μαλθακέψαμε ως γενιά και παραγίναμε λεπτεπίλεπτοι.
Μπορεί η μουσική κατά την άποψή σου, να προκαλέσει κοινωνικές ανατροπές;
Ναι. Αν κάτι είναι ισχυρό με μεγάλη θέληση και έχει κάτι καινούριο να πει, πιάσει την ενέργεια που υπάρχει στον άερα και την κάνει στίχο, ήχο και ρυθμό, με προσωπικότητες μέσα σε αυτό με δικό τους ιδιαίτερο στίγμα, ικανές να πείσουν και να παρασύρουν ανθρώπους και συναισθήματα σε κάτι κοινό με το οποίο θα ταυτιστούν, ναι, μπορεί.
Είσαι καλλιτέχνις;
Εξαρτάται τι έχεις στο μυαλό σου για τον όρο καλλιτέχνις. Για μένα καλλιτέχνις είναι η θεία μου η Βάσω που μαγειρεύει στο σπίτι για δική τους ευχαρίστηση κάποια από τα πιο ωραία πιάτα που έχω γευτεί στη μικρή ζωή μου. Δεν μπορώ να βγάλω αυτό ή το αντίθετο συμπέρασμα για τον εαυτό μου, μάλλον θα υιοθετήσω αυτό που λέει ένα ς φίλος μου για τον εαυτό του, ότι είναι “τέχνις”.
Ποια η γνώμη σου για τα free press και την προσπάθεια τους να χτίζουν συνεχώς κάποιο life style;
Παρακολουθώ τα free press και έχω βρει σε αυτά στήλες που μου αρέσουν. Αρθρογραφούν μεταξύ άλλων και δημοσιογράφοι που θαυμάζω είτε από παλιότερα είτε εκ των υστέρων. Όχι στο σύνολο, όμως υπάρχουν. Το χτίσιμο του life style δεν ξεκίνησε με τα free press. Ξεκίνησε και από παλιότερα περιοδικά σε άλλους χώρους σε άλλους καιρούς. Τα σημερινά free press συνέπεσαν με την έξαρση του αγγλόφωνου στίχου και ο ένας χώρος ενίσχυσε τον άλλο. Δεν είναι κακό. Ήταν ο καιρός που το internet άνοιξε τον κόσμο και ήταν το πιο λογικό επακόλουθο να δοκιμάσουν να ευοδώσουν κι εδώ τάσεις που ανθίζουν στο εξωτερικό. Από εκεί κι έπειτα ο οποιοσδήποτε μουσικός ελιτισμός που αναδείχθηκε σε life style ήταν θέμα διαχείρισής του από τον κόσμο, από λογής μαγαζιά που κινήθηκαν σε ίδιες γραμμές, από τους ανθρώπους μέσα κι έξω από αυτό, όπως έγινε και με παλιότερα περιοδικά, σε άλλους χώρους, σε άλλους καιρνούς. Μπορείς να παρακολουθήσεις αυτό που θα σου προτείνει ένα free press αλλά να παρακολουθήσεις και αυτό που δε θα σου προτείνει από κάποιο άλλο μέσο ενημέρωσης και ψυχαγωγίας. Νομίζω είναι σε εσένα.
Τι σημαίνει για σένα μουσικός ελιτισμός και ποια η σχέση σου μαζί του;
Μουσικός ελιτισμός είναι να θεωρείς οτι η μία από τις κατηγορίες στην οποία έχεις χωρίσει τη μουσική και με την οποία ταυτίζεσαι είναι η καλύτερη. Αυτό μπορεί να είναι ευρύτερο ή στενότερο. Μπορεί κάποιος να θεωρεί οτι η καλύτερη μουσική είναι η κινέζικη φουτουριστική ποπ και όλα τα άλλα ρηχά και φλύαρα. Ή να θεωρεί οτι μόνο το βαρύ λαϊκό τραγούδι από τον Πειραία είναι ικανό να εκφράσει γνήσια τον νταλκά του ανθρώπου και όλα τα άλλα είναι για τα σκουπίδια. Ή μπορεί λοιπόν να μιλάει για λόγια και φτηνή μουσική. Δεν μπορώ να ταυτιστώ με αυτά, πιστεύω πως σε όλα τα είδη μουσικής μπορείς να βρεις από όλα. Μπορώ να συμφωνήσω όμως σε ένα σκέλος και αυτό προκύπτει από το οτι θα ακούσεις κάποιες μουσικές και θα νιώσεις οτι τα κίνητρα παραγωγής τους είναι κατευθυνόμενα από συμφέροντα εταιρειών και επιταγές lifestyle. Με αυτό το σκεπτικό θα διαχωριζόμουν κι εγώ από κατί που θα ενοχλούσε την αισθητική μου όχι ως είδος μουσικής αλλά ως σκεπτικό πίσω από το φτιάξιμό του, σε όποια κατηγορία και αν εντάσσεται.
Ο ρομαντισμός που βρίσκεται διάχυτος μέσα στις μουσικές σου, είναι ένα στοιχείο σου κατακτημένο ή μια κατάσταση που θέλεις να φτάσεις;
Όλα μαζί και χώρια.
Αν σου έδιναν 20.000 ευρώ πως θα τα αξιοποιούσες;
Θα τα φύτευα σε αμπελοχώραφα να αυγατίσουν.
Ποιους 5 δίσκους θα έπαιρνες μαζί σου σε ένα ερημονήσι;
Antonin Dvorak – Η Συμφωνία του Νέου Κόσμου
Θανάσης Παπακωνσταντίνου – Βραχνός Προφήτης
Τρύπες – 1985-2002: Ένα Ταξίδι Που Ποτέ Δεν Τελειώνει
Lucine ICL – Language Barrier
Portico Quartet – Knee-deep in the North Sea
Γιατί δέχτηκες να κάνεις αυτή την συνέντευξη;
“Χρόνια – κεράκια που σβήνουνε στο λίκνισμά σου / τίποτα πριν κι άλλο τίποτα ύστερα / πάθος μονάχα να λέω ιστορίες / ιστορίες στ’ αλήθεια τα ψέμματα πάνε και γελάς” (Βασίλης Νικολαϊδης, «Στο λίκνισμά σου»)
Παράθεμα: RetroΣpective 2012 « judas mohawk